παλαιοτάτους

παλαιοτάτους
παλαιός
old in years
masc acc superl pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • απολίθωση — Η διατήρηση ζωικών ή φυτικών οργανισμών του παρελθόντος σε απολιθωμένη (πετρωμένη) μορφή. Το μεγαλύτερο μέρος των οργανισμών, από τις πιο απλές μορφές όπως τα βακτηρίδια, έως τις πιο σύνθετες των ανώτερων οργανισμών, μπορεί να απολιθωθεί. Η α.… …   Dictionary of Greek

  • αυτοκτονία — Η πράξη του να αφαιρέσει κανείς μόνος του και με τη θέλησή του τη ζωή του. Αυτό συμβαίνει με μια ορισμένη συχνότητα στους νευρασθενικούς και στους παράφρονες (σε αυτούς που πάσχουν από κατάθλιψη, μελαγχολία, πρόωρη γεροντική άνοια), με ποσοστά… …   Dictionary of Greek

  • κυριαρχία — Με την ευρύτερη σημασία του όρου εννοείται το κύρος, η αυθεντία και η δύναμη επιβολής που ασκείται από κάποιον σε οποιονδήποτε τομέα των κοινωνικών και διαπροσωπικών σχέσεων. Με τη στενή νομική έννοια σημαίνει την ανώτατη εξουσία επιρροής ή… …   Dictionary of Greek

  • Αρέθας — I Μεγαλομάρτυρας και άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άραβας από το Νετζράν, ο οποίος σκοτώθηκε από τον βασιλιά Δουναά. Η μνήμη του τιμάται στις 24 Οκτωβρίου. II (Πάτρα περ. 850 – Κωνσταντινούπολη ή Καισάρεια 944).Βυζαντινός συγγραφέας,… …   Dictionary of Greek

  • Πράγα — (Praha). Πρωτεύουσα της Τσεχίας και επαρχία και η ίδια (Hlavni mesto Praha, 496 τ. χλμ.). Η Π., που βρίσκεται σε θαυμάσια θέση στις όχθες του Μολδάβα (Βλτάβα), παραποτάμου του Έλβα, στην καρδιά της Βοημίας, στη συμβολή ενός πυκνού οδικού,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”